Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΟΣ
Μέσα στα κείμενα της αγίας γραφής έχουν γίνει πολλές πλαστογραφήσεις, προσθέσεις και αφαιρέσεις κειμένων και πολλών άλλων ειδών απάτες ενώ έχουν καταχωρηθεί τερατώδη ψέματα προκειμένου να φτιάξουν ένα μυθικό θεό.
Στα ιερά κείμενά έχουν επέμβει αυτοκράτορες, πάπες, πατριάρχες, επίσκοποι και καλόγεροι και κατοχύρωσαν τα ιερά ψέματα με σφαγές και βασανιστήρια, με την ιερά εξέταση, με συγχωροχάρτια, με διωγμούς και αφορισμούς, επιβάλλοντας την εβραϊκή μυθολογία για θρησκεία των Ελλήνων.
Όλες οι ιστορικές πηγές αγνοούν τον Χριστό, ο οποίος αναφέρεται μόνο από την Καινή Διαθήκη, η οποία περιφρονεί κατάφορα την ιστορία και θεοποιεί το ψέμα.
Το 1967 καταμετρήθηκαν 5.236 διαφορετικά χειρόγραφα της Ελληνικής Καινής Διαθήκης που τα έγραψαν κατά κανόνα ιερωμένοι και τα διόρθωναν κατά βούληση.
Ο άγιος Ιερώνυμος κατηγόρησε τον Ρουφίνο για πλαστογραφία και βιβλική απάτη.
Ο επίσκοπος Ιεροσολύμων Ιωάννης, κατηγόρησε τον άγιο Ιερώνυμο για πλαστογραφία.
Για πλαστογραφία κατηγορήθηκε και ο Κλήμης Αλεξανδρείας.
Ο επίσκοπος Αντιοχείας Ευστάθιος κατηγόρησε τον Ευσέβιο Καισαρείας για πλαστογραφία του δόγματος της Νικαίας.
Ο μεγαλύτερος πλαστογράφος ήταν ο κατασκευασμένος άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης που αμφισβητείται σαν ιστορική προσωπικότητα.
Ο ιστορικός Χριστός δεν υπάρχει. Είναι δημιούργημα της ιερατικής μυθοπλασίας και της ευπιστίας των οπαδών του. Η επιχειρούμενη τεκμηρίωση της ιστορικότητας με τις προφητείες της Π. Διαθήκης είναι μια αστεία προσπάθεια των ιερωμένων πλαστογράφων, που επιχειρούσαν να συνδυάσουν τα ασυνδύαστα. Οι άγιοι ιεράρχες πρέπει πλέον να προσκομίσουν πειστικές αποδείξεις ιστορικότητας του Χριστού· η περίοδος χάριτος των δύο χιλιάδων ετών τελείωσε. Ο παραμερισμός της ιστορίας, και της επιστήμης για να δεχτούμε σαν υπαρκτό, τον ανύπαρκτο Χριστό, κράτησε πολύ. Συντηρήσαμε τον χριστιανισμό μέχρι σήμερα από αφέλεια, γιατί πήραμε στα σοβαρά τα παραμύθια του ιερατείου. Είναι καιρός να σοβαρευτούμε.
Αν ο Χριστός ήταν γιος θεού όπως ισχυρίζεται η εκκλησία, γιατί δεν ανοίγει τις βιβλιοθήκες του Ποντιφικού Βιβλικού Ινστιτούτου του Βατικανού [1.000.000 βιβλία και 7.000 πάπυροι], του Βιβλικού Ινστιτούτου των Ιεροσολύμων, τις βιβλιοθήκες του Σινά, του Αγίου Όρους, και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, για να διαβάσουν οι πιστοί την αλήθεια, να ενισχυθεί η πίστη τους και να πειστούν οι άπιστοι και οι αλλόθρησκοι;
Ο πρώτος που αμφισβήτησε την ιστορική ύπαρξη του Χριστού ήταν ο φιλόσοφος Πορφύριος, και σε νεότερες εποχές ο Γάλλος ιστορικός Φρανσουά Μπονέ το έτος 1791 και ο συμπατριώτης του ιστορικός Σάρλ Φρανσουά Ντιμπουά το 1794. Αμφισβήτησαν με τεκμήρια την ιστορικότητα του Χριστού και απεφάνθησαν ότι: «Δεν μπορεί να δοθεί καμία ιστορική αξία στα ευαγγέλια».
Ο Γάλλος Βολτέρος απέρριπτε κάθε περίπτωση ιστορικότητας του Χριστού.
Για τον Χριστό, δεν υπάρχει καμία αναφορά από τους ιστορικούς της εποχής του, Φίλωνα, Ιώσηπο, Σουετώνιο, Σενέκα, Πλίνιο, Τάκιτο, Δίωνα Χρυσόστομο, και πολλούς άλλους, που αγνοούν τελείως την ύπαρξή του. Επομένως σαν ιστορική προσωπικότητα δεν υπάρχει, και αν υπήρξε πρέπει να ήταν ένας ασήμαντος ανθρωπάκος που δεν ασχολήθηκε κανείς μαζί του, ή ήταν ένας από τους πολλούς ανώνυμους μεσσίες.
Ο εβραίος ιστορικός Φίλων ο Αλεξανδρεύς, που έζησε στα χρόνια του Χριστού των Ευαγγελίων και αναφέρεται συχνά στον Πιλάτο, δεν κάνει καμία αναφορά για τη σταύρωση του Χριστού· τον αγνοεί τελείως.
Ο Ιούστος από την Τιβεριάδα συμπατριώτης του Χριστού, δεν γνωρίζει τίποτε γι' αυτόν και τα θαύματά του, αν και το έργο του αρχίζει από την εποχή του Μωυσή και τελειώνει το 70 μ.Χ.
Ο Ιώσηπος ή Φλάβιος Ιωσήφ, εβραίος ιστορικός (37-105μ.Χ), σύγχρονος του Παύλου αλλά νεότερος αυτού, αγνοεί τον Χριστό, πλην όμως αναφέρει δέκα διαφορετικούς Γεσού. Οι χονδροειδείς προσθήκες στα κείμενα του Ιώσηπου, έγιναν από τον Ευσέβιο, ο οποίος πρώτος τις παρουσίασε και δεν διστάζει να μας πει ότι, «Η φρουρά του τάφου του Χριστού ήταν 30 ρωμαίοι στρατιώτες και 1000 εβραίοι». Οι παλαιότεροι και σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν εξωπραγματικό τον αριθμό και κατηγορούν τον Ευσέβιο για επαίσχυντη παραχάραξη της ιστορίας.
Ο Φλάβιος Ιωσήφ είναι πολύ απαξιωτικός με τους μεσσίες, τους οποίους ονομάζει ληστές και απατεώνες, που ευθύνονται για την παρακμή της Ιερουσαλήμ. Γράφει μάλιστα ότι την ίδια εποχή υπήρχαν πάρα πολλές συμμορίες και πάρα πολλοί μεσσίες, που ξεπερνούσαν τους εξήντα ένα. Όλοι ήτανεπαγγελματίες θαυματοποιοί, ελευθερωτές και απατεώνες που μάστιζαν την κοινωνία. «Αυτοί οι πλάνοι και απατεώνες που ισχυρίζονται ότι είναι ταγμένοι από τον θεό, σκοπό είχαν να κάνουν επαναστατικές αλλαγές, παρακινώντας τον όχλο να ενεργεί σαν δαιμονισμένος, οδηγώντας τον στις ερημιές, με την υπόσχεση ότι εκεί ο θεός θα τους έδινε σημάδια της επερχόμενης ελευθερίας». (Ιώσηπος Ιουδαϊκοί Πόλεμοι 135).
Το χωρίο του Ιώσηπου περί του «Σοφού Ιησού» στις «Ιουδαϊκές Αρχαιότητες» (Κεφ.28,3), απορρίπτεται σαν μεταγενέστερη παρεμβολή, γιατί στο πολύ αρχαιότερο αντίγραφο του κειμένου, που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Βατικανού, δεν υπάρχει καμία αναφορά στο πρόσωπο του Χριστού.
Ο χριστιανισμός την εποχή του Ιώσηπου ήταν τελείως άγνωστος, γιατί δεν υπήρχε. Οι άγιοι πατέρες δεν φρόντισαν ούτε καν να συμφωνήσουν τις ψευδολογίες τους, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν αυτό το ιστορικό εξάμβλωμα που το ονόμασαν εκκλησιαστική παράδοση.
Ο Ρουφίνος, χριστιανός επίτροπος του ανήλικου αυτοκράτορα Αρκάδιου και ουσιαστικός κυβερνήτης της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (350-420 μ.Χ.), κτηνώδης και διεφθαρμένος κατά τους ιστορικούς, είναι ο πιο αδίστακτος πλαστογράφος των ιερών κειμένων. Στο έργο του «ο Πρίγκιπας» (De Princi).γράφει: «Κάθε φορά που συναντούσα μέσα στο πρωτότυπο Ελληνικό κείμενο των ευαγγελίων ένα σκανδαλώδες εδάφιο, το μίκραινα, το διασκεύαζα ή το αφαιρούσα τελείως, ώστε ο αναγνώστης να μην συναντάει τίποτα που να προκαλέσει τον κλονισμό της πίστης του»
Για τους άγιους πατέρες και τη θεοπνευστία των γραφών, παραθέτω απόσπασμα από επιστολή του Πάπα Βενέδικτου ΙΔ' προς τον R.P. Montfaucon.
«Με κατηγορούν συχνά ότι διατηρώ φιλολογικές σχέσεις με τον Τάσιο, τον Δάντη και τον Αριστοτέλη. Αλλά οι κατήγοροί μου δεν μπορούν να καταλάβουν, πως τ' αναγνώσματα αυτά είναι για μένα σαν ένα ευχάριστο ρόφημα, που με βοηθάει να χωνέψω τις χοντροκομμένες ανοησίες των πατέρων της εκκλησίας. Δεν μπορούν να καταλάβουν πως οι μεγάλοι αυτοί ποιητές μου φωτίζουν το πνεύμα και με κάνουν πιο ανεκτικό απέναντι στις ασυναρτησίες της θρησκείας».
Αλλά και ο Πάπας Λέων Γ χαρακτήριζε τον χριστιανισμό ως «Ασυνάρτητο μύθο».
Το μεγάλο ερώτημα είναι, γιατί ξεχάστηκε ο Χριστός μετά τη σταύρωση και την ανάσταση και τον θυμήθηκαν δύο αιώνες αργότερα το 180-200 μ.Χ. με την εμφάνιση των ευαγγελίων; Αν ο Χριστός ήταν υπαρκτό πρόσωπο θα ξεχνιόταν;
Ο Χριστός ειδοποιεί τους μαθητές του ότι θα τους πλησιάσουν άνθρωποι που θα κάνουν τα ίδια μεγάλα θαύματα όπως και αυτός, «Τέρατα και σημεία για να πλανέψουν τους Εκλεκτούς». Γιατί όλοι οι άλλοι θα είναι κακοί και αγύρτες και όργανα του σατανά και τα θαύματά τους ψεύτικα;
Ποιος άλλος εκτός από το ιερατείο μας βεβαιώνει ότι ο Χριστός έκανε τα θαύματά του με τη βοήθεια του θεού;
Ή θα πρέπει να θεωρήσουμε όλους γιους του θεού ή να θεωρήσουμε και τον Χριστό έναν κοινό θαυματοποιό αφού έκανε τα ίδια θαύματα που έκαναν και οι άλλοι. Οι ευαγγελιστές γνώριζαν για τα θαύματα του Απολλώνιου που ήταν πασίγνωστος σε όλη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία και προειδοποιούν τους οπαδούς τους να μην τον ακολουθήσουν. Ο Απολλώνιος αποτελούσε το Ελληνικό αντίπαλο δέος τουχριστιανισμού, και γι' αυτό ανησυχούσαν.
Το ιερατείο επικαλείται επίσης το εβραϊκό Ταλμούδ για την ιστορικότητα του Χριστού. Καλά θα κάνουν να μην το επικαλούνται γιατί αν δεχτούμε το Ταλμούδ σαν αληθινό, θα πρέπει να δεχτούμε και όλα όσα γράφει για τη γέννηση και την καταγωγή του.
Διάβαζε όχι για ν' αντιλέγεις,
να αμφισβητείς, ν' αναιρείς, να διαψεύδεις και
ανασκευάζεις, όχι νια να πιστεύεις,
και να τα παίρνεις όλα για αλήθεια,
άλλα για να κρίνεις και να εκτιμάς σωστά την
κατάσταση και να σκέφτεσαι
σαν λογικός άνθρωπος