Παρασκευή 25 Απριλίου 2008

Ο "ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ" ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ

Ένα από τα πλέον αφόρητα δημοσιογραφικά κλισέ στην Ελλάδα είναι ο χαρακτηρισμός κάποιου ως «αιρετικού». Με τη συνήθη δημοσιογραφική αντιστροφή της πραγματικότητας, ο όρος σημαίνει αυτόν που εκστομίζει τις πιο μεγάλες κοινοτοπίες, συνήθως με ύφος χιλίων καρδιναλίων. Κοινοτοπίες οι οποίες επαναλαμβάνονται από χίλια κανάλια, αλλά παρ’ όλα αυτά παραμένουν, υποτίθεται, «περιθωριακές» και «διωκόμενες».Έτσι χαρακτηρίζεται αιρετικός π.χ. ο Νίκος Δήμου ή ο Δημοσθένης Κούρτοβικ. Ο «αιρετικός» με τη βούλα των ΜΜΕ αποτελεί στον χώρο του πνεύματος το ακριβές αντίστοιχο του μικροαστού που, επειδή καβαλάει Χάρλεϊ, αυτοθαυμάζεται ως «και πολύ επαναστάτης». Όσο για τους πραγματικά αιρετικούς, όπως ο Μιχάλης Κατσαρός ή ο Ρένος Αποστολίδης, αυτοί χαρακτηρίζονται «γραφικοί», όταν δεν λοιδορούνται ανοικτά.Τελευταίος στη λίστα των «αιρετικών», ο εκ Γαλλίας ορμώμενος συγγραφέας Βασίλης Αλεξάκης, ο οποίος, με το πρόσφατο βιβλίο του «μ.Χ.», τολμά να πλησιάσει ένα μέγιστο ελληνικό ταμπού και να μιλήσει θαρραλέα για το Άγιο Όρος, και κυρίως να επισημάνει τον συστηματικό διασυρμό του ελληνισμού και της αρχαίας σκέψης από την Εκκλησία. Έτσι τουλάχιστον το θέτει η Lifo, η οποία συνεχίζει ως εξής:Το θέμα του μ.Χ., όπως το συνοψίζει ο συγγραφέας του, είναι το κενό 13 αιώνων πνευματικής γραφής, από τον 5ο αιώνα, όταν ο Ιουστινιανός έκλεισε τη Σχολή Φιλοσοφίας της Αθήνας, μέχρι την Επανάσταση του ’21. Βασικός ήρωας του βιβλίου του είναι ένας 24χρονος φοιτητής από την Τήνο, που αγαπά τους προσωκρατικούς φιλοσόφους. Η Ναυσικά, η πλούσια ηλικιωμένη κυρία που τον φιλοξενεί στην Αθήνα, του ζητάει κάποια στιγμή να βρει τον χαμένο αδελφό της που έχει γίνει μοναχός στο Άγιο Όρος. Η έρευνα του νεοφώτιστου ιστορικού θα φέρει τελικά στο φως δεκάδες πραγματικές και εν πολλοίς άγνωστες πληροφορίες για το Άγιο Όρος.Μάιστα. Ο φοιτητής αγαπά τους προσωκρατικούς (δείγμα ότι έχουμε εμπεδώσει την αρχαία σκέψη). Ας εξετάσουμε ορισμένες από αυτές τις πραγματικές και εν πολλοίς άγνωστες πληροφορίες για το Άγιο Όρος, όπως προκύπτουν από συνεντεύξεις του συγγραφέα στα ΝΕΑ, τη Lifo και την Ελευθεροτυπία:Μη φανταστείτε ότι ο καλός συγγραφέας ακολουθεί τον εύκολο δρόμο, του λίβελου, της καταγγελίας και των αποκαλύψεων. Ακόμα κι αν διαβάσετε ότι οι σύγχρονοι μοναχοί αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στο διαδίκτυο παρά στην προσευχή. Και αποκαλούν σκωπτικά μία από τις κρυμμένες κεραίες κινητής τηλεφωνίας στον Άθω “Παναγία η Παναφονίττισσα” (...) Δεν είναι γνωστό ότι αυτοκτονούν οι νέοι μοναχοί στο Όρος, δεν είναι γνωστό ότι υπάρχει ένα τελείως παράνομο σχολείο που λειτουργεί εκεί, με τα παιδιά να μεγαλώνουν χωρίς γυναίκες, ένα δήθεν κανονικό γυμνάσιο και λύκειο όπου συμβαίνει αυτό το τερατώδες πράγμα.Μ οναχοί λοιπόν που «περισσότερο σερφάρουν παρά προσεύχονται» — όταν δεν αυτοκτονούν. Α, και έχουν δώσει σκωπτική ονομασία σε κεραία κινητής τηλεφωνίας. Πραγματικά συγκλονιστικές οι καταγγελίες του μεγάλου συγγραφέα. Ανακάλυψε, επίσης, με λίγους μόνο αιώνες καθυστέρηση, την Αθωνιάδα Σχολή, όπου τα παιδιά μεγαλώνουν χωρίς γυναίκες. Πρωτάκουστο σκάνδαλο. Άραγε, για τα πολλά (και διάσημα) σχολεία και οικοτροφεία αρρένων ή θηλέων, από τις Η.Π.Α. ως τη Γαλλία, έχει ακούσει, ή να περιμένουμε νέο «Κατηγορώ» μόλις τα ανακαλύψει και αυτά; Έχει όμως και άλλα να καταγγείλει:[Πήγα στο Άγιο Όρος] δυο φορές: μία στην αρχή και μία στο τέλος. Εγώ πιστεύω πως το βιβλίο μου είναι γραμμένο χωρίς εμπάθεια – γνώρισα κι ανθρώπους χαριτωμένους, ανθρώπους με κρίση, χαρακτήρα και προσωπικότητα. Δεν είναι όλοι σκλάβοι. Γιατί εκεί κάθε μοναστήρι λειτουργεί σαν βυζαντινή πολιτεία, με έναν μικρό αυτοκράτορα κι ένα υπηρετικό προσωπικό. Και η ηγεσία ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με το χρήμα και την εξουσία. Είναι κρατίδια αυτά τα μοναστήρια, των οποίων το χαρακτηριστικό είναι αφενός ότι είναι πάμπλουτα κι αφετέρου ότι περιφρονούν βαθύτατα την Ελλάδα. Σπανιότατα βλέπεις ελληνική σημαία, μιλούν για την Ελλάδα σαν μια παρακατιανή αυτοκρατορία του Βυζαντίου. Η Ελλάδα τούς ενδιαφέρει μόνο στο μέτρο στο οποίο μπορεί να τους δώσει λεφτά. (...) Δεν δέχομαι ότι, εν ονόματι αυτού του αλόγιστου και αδικαιολόγητου κατά τη γνώμη μου σεβασμού, μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας μπροστά σε τερατώδεις αυθαιρεσίες. (...) Πρόκειται για ένα χώρο μίσους. Ειρωνεύτηκα ένα μοναχό. Τον ρώτησα “Μα ποιον αγαπάτε εσείς;”. “Ε, το Θεό” μου απάντησε. Πυροβολούν από τα βράχια τους αρχαιολόγους που βρίσκονται στη θάλασσα 200 μέτρα μακριά από την ακτή και κάνουν τις έρευνες για να βρουν τα συντρίμμια του περσικού στόλου, γιατί ανάμεσά τους είναι μερικές γυναίκες.Υπηρετικό προσωπικό, λοιπόν, οι μοναχοί, που ζουν σε ένα χώρο μίσους, και οι οποίοι περιφρονούν βαθύτατα την Ελλάδα, αφού σπανιότατα βλέπεις ελληνική σημαία εκεί (μόνο κάτι σημαίες της ΑΕΚ αναγνώρισε αναρτημένες εκεί ο συγγραφέας). Και βέβαια ακροβολίζονται και πυροβολούν από τα βράχια τους αρχαιολόγους στα 200 μέτρα. Βαθιά επιτόπια μελέτη μοιάζει να διέπει όλον αυτό τον πληροφοριακό πλούτο. Χαρακτηρίζονται δε οι απόψεις του κ. Αλεξάκη από ιδιαίτερη αμεροληψία και πρωτόγνωρο για τα ελληνικά γράμματα πνευματικό βάθος. Δεν υστερεί ούτε στην ιστορική ανάλυση:Το θέμα του μ.Χ., όπως το συνοψίζει ο συγγραφέας του, είναι το κενό 13 αιώνων πνευματικής γραφής από τον 5ο αιώνα, όταν ο Ιουστινιανός έκλεισε τη Σχολή Φιλοσοφίας της Αθήνας μέχρι την Επανάσταση του ’21.Δεκατρείς αιώνες ιστορίας τούς διαγράφει με μια μονοκονδυλιά ως κενό πνευματικής γραφής. Ή, όπως το θέτει ένας ήρωας του βιβλίου, ο χριστιανισμός, αγαπητέ μου φίλε, δεν συνεχίζει την αρχαιότητα, απλά την ακολουθεί όπως η νύχτα ακολουθεί τη μέρα. Η θεολογία αναιρεί τη φιλοσοφία. Η πρώτη απαντά σε όλα, ενώ η δεύτερη ξέρει κυρίως να ρωτά. Τι άλλο θέλουμε για να καταλάβουμε ότι έχουμε να κάνουμε με έναν βαθύ γνώστη της ιστορίας του Πνεύματος, όχι σαν τους ουτιδανούς Ράνσιμαν, Μπλοχ, Κουκουλέ, Σβορώνο, Παπαϊωάννου, Αρβελέρ, Τατάκη — γενικά όλους τους ιστορικούς του βυζαντινού πολιτισμού; Άλλωστε, δεν καινοτομεί μόνο στην ιστορική του αντίληψη. Αντίστοιχα εμπεριστατωμένη άποψη έχει και στα πνευματικά ζητήματα, αφού, κόντρα σε όλους τους διανοητές, μελετητές και πνευματικούς ανθρώπους, αλλά κοντά σε επίσης αιρετικά και εμπεριστατωμένα έντυπα, όπως ο Δαυλός και το Διιπετές, δεν έχει καμία διάθεση να αναγνωρίσει στον μοναχικό βίο της αθωνικής πολιτείας κάποια πνευματική διάσταση.Ο «αιρετικός» Βασίλης Αλεξάκης, για το αιρετικό έργο του «μ.Χ.», κέρδισε πρόσφατα το (επίσης αιρετικό, φανταζόμαστε) Μεγάλο Βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας. Δεν ξεχάστηκε όμως και η προηγούμενη προσφορά του: Αμέσως μετά τη βράβευση ταξίδεψε στην Κεντρική Αφρική, στο Μπανκί. Σε ειδική τελετή που έγινε στο πανεπιστήμιο, τον τίμησε η μισή κυβέρνηση της χώρας. Κι αυτό λόγω ενός βιβλίου με τίτλο «Κουβέντες από την καρδιά της Αφρικής», για την έκδοση του οποίου είχε ο ίδιος ο Αλεξάκης την πρωτοβουλία. Το βιβλίο αυτό οι άνθρωποι της κυβέρνησης το θεωρούν ιστορικής σημασίας, και όχι άδικα. Ο Βασίλης Αλεξάκης κινητοποίησε τοπικούς συγγραφείς, αλλά και το γαλλικό κράτος ως χρηματοδότη, για να εκδοθεί λογοτεχνία στην τοπική γλώσσα, τα σάνγκο. Είναι γνωστή η σχέση του γαλλικού κράτους με την Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία – και την «κυβέρνησή» της. Μια άγρια ιστορία αποικιοκρατίας, πολέμων, σφαγών, εκμετάλλευσης και ιμπεριαλισμού, η οποία συνεχίζεται ακλόνητη ως τις μέρες μας, διαβάστε. Άραγε καταγγέλλονται όλα αυτά στο βιβλίο, το οποίο εκδόθηκε με το γαλλικό κράτος ως χρηματοδότη; Ή οι αιρετικοί δεν ασχολούνται με αυτά τα επουσιώδη ζητήματα;Μετά τόσης αιρετικίλας και σύγκρουσης με το κατεστημένο, έρχονται στο νου τα λόγια του Τσέστερτον: Ακούμε συχνά στις μέρες μας για την τόλμη ή το κουράγιο με το οποίο κάποιος επαναστάτης τα βάζει με μια γηραιά τυραννία ή μια απαρχαιωμένη προκατάληψη. Στην πραγματικότητα υπάρχει τόσο λίγη τόλμη στο να επιτίθεσαι σε γηραιούς ή απαρχαιωμένους στόχους όσο υπάρχει στο να παλεύεις με τη γιαγιά σου. Ο πραγματικά θαρραλέος είναι αυτός ο οποίος πολεμάει τυραννίες καινούργιες σαν τη σημερινή ημέρα και προκαταλήψεις φρέσκες σαν μπουμπούκια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: