γελάσαν όλοι... χάσκοντας και φτύνοντας υποκριτικό ενδιαφέρον... κρυμμένοι πίσω από πόρτες σφαλιστές με μάνταλα πολυτέλειας, μέσα σε αντικείμενα πλαστής ζωής... ντυμένοι με ψευδαισθητικά νήματα που αρρώστια κουβαλούνε.... του χαρίσαν εικόνες ψεύτικες σαν αυτές που κουβαλούνε στα μάτια τους... παιδιά ασθενικά ημιθανή... θόρυβο και καταστροφή... τυλιγμένα προσεκτικά σε γυαλιστερό χαρτί με καλαίσθητο φιόγκο, από κείνα που γεμίζουν τις δικές τους ζωές, που κλέβουν στιγμές και ώρες από κείνους... που κάνουν τον χρόνο ανύπαρκτο, και την ύπαρξη χλωμή ασθενική και απειλητική.... μη τους ζηλέψεις, μέσα στη πλαστική υποταγμένη χλιδή τους είναι ανύπαρκτοι...
Και είπε ο τρελλός: ΔΡΩ
σαστίσαν όλοι στο άκουσμα... ανοίξαν φυλακές και ακονίσαν μαχαίρια... να κόψουν απ τη ρίζα το κακό... τα κεκτημένα τους μη κινδυνέψουν.... η αδράνειά τους μη διαταραχθεί... σταυρώστε τον, εξαφανίστε τον σπόρο του... καλύψτε τη φωνή του με χλαγωγία ανώμαλη... βομβαρδίστε τον με τις "επιτεύξεις σας" λιθοβολήστες τον μέχρι να ματώσει μετανοιωμένος για την τόλμη του, να μείνει απαθής σαν εσάς... έτσι τους είπαν κι έτσι κάναν.... πρόβατα όμοιοι, άβουλα ζωντανά... μη τους κοιτάς λερώνουν....
Και είπε ο τρελλός: ΖΩ
κι όλοι κλείσαν τα αυτιά, σφαλίσαν τα μάτια, μην τύχει και τους αγγίξει η σκέψη του... μην τύχει και τους ζητηθεί συμμετοχή... μην τύχει και η ηληθιότητά τους ενοχληθεί... μην τύχει κι ο καθρέφτης που την αθλιότητά τους γνωρίζει, γυμνωθεί... κι όλοι γύρισαν πλευρό στον ρυπαρό ύπνο τους να βολευτούν λίγο καλύτερα να αποφύγουν την ενόχληση που εκείνος τη λέει πραγματικότητα, ζωή του.... μη τους ξυπνάς θα σε φάνε....
χλευάζουν τον τρελλό, τον γυμνώνουν, τον μαστιγώνουν, με χίλιους τρόπους... του δίνουν δάνεια του χαρίζουν αμάξια του ρίχνουν διπλα του ομορφα κορμιά και αντικείμενα ενός δολοφονικού "πολιτισμού" μπας και τον κοιμήσουν μπας και τον αποπλανήσουν και τον κάνουν δικό τους... οι αθλιότεροι των αθλίων, χλευάζουν τον Τρελλό... πόσο αστείο πόσο ειρωνικό, πόσο ανύπαρκτο αλήθεια!
και είπε ο τρελλός: ότι κι αν κάνεις ΥΠΑΡΧΩ - ΘΑ ΥΠΑΡΧΩ....
κι εγώ τον κοιτώ στα μάτια τον τρελλό, μην και χάσω το δρόμο, μη και ξεχαστώ... αγγίζω του αέρα τα τελευταία μόρια, μυρίζω το γιασεμί και το αγιόκλημα, σκάβω με τα νύχια το χώμα όπου το βρω, χαιδεύω εκείνο το αδέσποτο το αγριεμένο απ την ηληθιότητά τους ζωντανό.... κι εγώ παίρνω απ το χέρι τον τρελλό, συνοδοιπόρο μηπως με θελήσει... βαδίζω πλάι του εκεί στα αποκαίδια που αφήσαν όλοι πίσω τους .... κι ελπίζω ότι όσο δρω θα ζω και θα υπάρχω...
Εκεί στον κόσμο των καταραμένων, ο τρελλός μου κι εγώ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου